


Οι ΗΠΑ αποχώρησαν από τις διαπραγματεύσεις στον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ) σχετικά με την πράσινη μετάβαση της ναυτιλίας, απορρίπτοντας τα προτεινόμενα μέτρα και χαρακτηρίζοντας την προστασία του περιβάλλοντος ως πρόσχημα.
Μια νέα ανατροπή σημειώθηκε στις εργασίες της Επιτροπής Προστασίας του Θαλάσσιου Περιβάλλοντος (MEPC) του ΙΜΟ, που διεξάγονται αυτές τις ημέρες στο Λονδίνο.
Αρχικά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φάνηκε να εγκαταλείπει την ιδέα ενός παγκόσμιου τέλους (levy) στα πλοία για τις εκπομπές άνθρακα, προκρίνοντας ένα τεχνικό μέτρο που θα συνδυάζεται με οικονομικό αντίκτυπο, ώστε να πειστεί η Κίνα να το αποδεχθεί.
Στη συνέχεια, οι ΗΠΑ έλαβαν τον λόγο, ανακοινώνοντας την αποχώρησή τους από τις συζητήσεις των κρατών-μελών του ΙΜΟ.
Η αμερικανική αντιπροσωπεία, η οποία παρέμενε αινιγματική καθ’ όλη τη διάρκεια των προηγούμενων συνεδριάσεων της ομάδας εργασίας που προετοίμασε την MEPC 83, κατέθεσε τελικά ένα σκληρά διατυπωμένο μήνυμα.
Σε αυτό, απέρριψε κατηγορηματικά κάθε μέτρο που θα επέβαλλε τέλη στα αμερικανικά πλοία με βάση τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ή τις επιλογές καυσίμων, προειδοποιώντας παράλληλα ότι θα εξετάσει αμοιβαία μέτρα για να αντισταθμίσει τυχόν επιβαρύνσεις.
Το σχέδιο Net-Zero του ΙΜΟ προβλέπει την τροποποίηση του Παραρτήματος VI της Σύμβασης MARPOL, εισάγοντας ένα πρότυπο για τα ναυτιλιακά καύσιμα και ένα σύστημα τιμολόγησης των εκπομπών.
Οι αντιπρόσωποι στην τρέχουσα συνεδρίαση της MEPC αναμένεται να ολοκληρώσουν το νομικό κείμενο των μέτρων αυτή την εβδομάδα.
Η στρατηγική του ΙΜΟ για τα αέρια του θερμοκηπίου του 2023 στοχεύει σε μηδενικές καθαρές εκπομπές από τη διεθνή ναυτιλία έως το 2050, με τις εκπομπές να κορυφώνονται το συντομότερο δυνατό, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές ιδιαιτερότητες και ευθυγραμμισμένες με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού για τη θερμοκρασία.
Η κυβέρνηση Τραμπ, στο μήνυμά της, χαρακτήρισε τις πρωτοβουλίες του ΙΜΟ ως «απόπειρα αναδιανομής πλούτου με πρόφαση την περιβαλλοντική προστασία».
Ειδικότερα, οι ΗΠΑ εξέφρασαν έντονη αντίθεση στον στόχο για μηδενικές εκπομπές έως το 2050, υποστηρίζοντας ότι προωθεί «απερίσκεπτα τη χρήση υποθετικών, δαπανηρών και μη αποδεδειγμένων καυσίμων».