Η επίθεση κατά της ισραηλινής πρεσβείας στην Ουάσιγκτον, που στοίχισε τη ζωή δύο υπαλλήλων, χαρακτηρίστηκε από τον Ισραηλινό υπουργό Εξωτερικών Γκίντεον Σάαρ ως προϊόν «τοξικής αντισημιτικής υποκίνησης μίσους» κατά του Ισραήλ και των Εβραίων παγκοσμίως, με ιδιαίτερη έμφαση στην Ευρώπη.
Μιλώντας σε συνέντευξη Τύπου στην Ιερουσαλήμ, ο Σάαρ συνέδεσε την επίθεση με την παγκόσμια κατακραυγή για τη στρατηγική του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας.
«Η υποκίνηση αντισημιτικού μίσους, που προέρχεται και από ηγέτες και αξιωματούχους πολλών χωρών και διεθνών οργανισμών, κυρίως στην Ευρώπη, συνδέεται άμεσα με αυτή τη δολοφονία», τόνισε ο Σάαρ, ενώ το Ισραήλ αντιμετωπίζει έντονη διεθνή κριτική για την κλιμάκωση των επιχειρήσεών του στη Γάζα, με στόχο την εξουδετέρωση της Χαμάς και την απελευθέρωση ομήρων.
Διεθνής καταδίκη για την επίθεση
Η επίθεση προκάλεσε σοκ και έντονες αντιδράσεις στην Ευρώπη και πέρα από αυτήν.
Η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Κάγια Κάλας δήλωσε «σοκαρισμένη», υπογραμμίζοντας στο «X» ότι «ο αντισημιτισμός, ο εξτρεμισμός και το μίσος δεν έχουν θέση στις κοινωνίες μας».
Στη Ρώμη, ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Αντόνιο Ταγιάνι καταδίκασε «σθεναρά» τη βία, καλώντας για την καταπολέμηση του αντισημιτισμού και εκφράζοντας τη στήριξή του στο Ισραήλ.
Ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Νοέλ Μπαρό χαρακτήρισε την επίθεση «φρικτή πράξη αντισημιτικής βαρβαρότητας», εκφράζοντας τη συμπαράστασή του στα θύματα και το Ισραήλ μέσω ανάρτησης στο «X».
Στο Λονδίνο, ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Ντέιβιντ Λάμι κατήγγειλε την «φρικιαστική αντισημιτική ενέργεια», ενώ ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς εξέφρασε τη «συγκλονιστική» του αντίδραση, χαρακτηρίζοντας την επίθεση «φρικτή πράξη» και πιθανολογώντας αντισημιτικά κίνητρα.