ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνομιλία πραγματοποιήθηκε στον ραδιοφωνικό σταθμό realfm, το απόγευμα της Τετάρτης, 2 Απριλίου, στο πλαίσιο της εκπομπής που παρουσιάζουν η Αναστασία Γιάμαλη και ο Γιώργος Παγάνης.
Καλεσμένος στην εκπομπή ήταν ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, κ. Θεόδωρος Καράογλου, ο οποίος εξέφρασε με έντονο τρόπο την υποστήριξή του στην πρόταση για επέκταση των μισθολογικών αυξήσεων που προορίζονται για τις ένοπλες δυνάμεις και σε όλα τα σώματα ασφαλείας.
Η δημοσιογράφος Αναστασία Γιάμαλη, αναγνωρίζοντας την ανάγκη για μισθολογικές βελτιώσεις σε όλες τις κοινωνικές ομάδες, έθεσε στον βουλευτή το εξής ερώτημα:
θεωρεί δίκαιο ένας νεοδιόριστος εκπαιδευτικός, που ενδεχομένως υπηρετεί σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας, να αμείβεται με περίπου 700 ευρώ, ενώ ένας νέος ανθυπολοχαγός, μόλις αποφοιτήσας από τη στρατιωτική σχολή, να λαμβάνει μισθό κοντά στα 1.700 ευρώ;
Η απάντηση του κ. Καράογλου προκάλεσε έκπληξη, αν όχι σοκ, καθώς δήλωσε:
«Κυρία Γιάμαλη, εγώ υπηρέτησα 26 μήνες στον στρατό, όχι 9, όπως πηγαίνουν τώρα τα παιδιά».
Με άλλα λόγια, η τοποθέτησή του ήταν εντελώς άσχετη με το ζήτημα που τέθηκε, αποκομμένη από το πλαίσιο της ερώτησης, τον τόπο και τον χρόνο.
Στη συνέχεια, πρόσθεσε ότι η εργασία στον στρατό είναι ιδιαίτερα απαιτητική, ενώ οι νεοδιόριστοι εκπαιδευτικοί, χάρη στο σύστημα μορίων, μπορούν μέσα σε ένα ή δύο χρόνια να επιστρέψουν στον τόπο διαμονής τους.
Η απάντηση αυτή γεννά ερωτήματα: τι ακριβώς εννοούσε ο βουλευτής;
Ότι αν οι εκπαιδευτικοί εργάζονται στον τόπο κατοικίας τους, είναι αποδεκτό να ζουν με πενιχρούς μισθούς που τους αφήνουν εκτεθειμένους στην οικονομική δυσπραγία;
Ή μήπως ότι η δουλειά τους δεν έχει την ίδια αξία και βαρύτητα με αυτήν των σωμάτων ασφαλείας;
Αυτή ακριβώς την απορία εξέφρασε η Αναστασία Γιάμαλη, ρωτώντας τον αν εννοεί ότι η διδασκαλία των παιδιών δεν αποτελεί απαιτητική εργασία.
Ωστόσο, ο βουλευτής δεν έδωσε ποτέ σαφή απάντηση, συνεχίζοντας αντίθετα να υμνεί την κυβέρνηση, η οποία, όπως είπε, αφουγκράζεται τις προτάσεις των στελεχών της και προχωρά στην επέκταση των αυξήσεων στα σώματα ασφαλείας.
Παράλληλα, εξήρε την οικονομική κατάσταση της χώρας, η οποία, κατά τα λεγόμενά του, επιτρέπει τέτοιες μισθολογικές βελτιώσεις.
Οι δηλώσεις αυτές ενδέχεται να ηχούν προκλητικές στα αυτιά των εκατοντάδων χιλιάδων εκπαιδευτικών και των οικογενειών τους, οι οποίοι συνειδητοποιούν σταδιακά ότι οι αποδοχές τους παραμένουν στο μισό επίπεδο σε σχέση με άλλους δημοσίους υπαλλήλους.
Πρόκειται για μια άνευ προηγουμένου ιστορικά κατάσταση μισθολογικής ανισότητας στον δημόσιο τομέα, η οποία δημιουργεί μια βαθιά αίσθηση αδικίας εις βάρος μιας πολυπληθούς κοινωνικής ομάδας.
Οι εκπαιδευτικοί φαίνεται να ωθούνται στο περιθώριο, τόσο οικονομικά όσο και κοινωνικά, με την υπογραφή της Νέας Δημοκρατίας.
Για να αποφευχθεί οποιαδήποτε παρερμηνεία, αξίζει να τονιστεί ότι οι αυξήσεις στους εργαζομένους των σωμάτων ασφαλείας, όπως και σε κάθε εργαζόμενο, είναι ευπρόσδεκτες και επιβεβλημένες.
Ωστόσο, αυτό που προκαλεί έντονη αντίδραση και θεωρείται απαράδεκτο είναι η πλήρης αδιαφορία για τον υπόλοιπο δημόσιο τομέα, ιδίως για τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι αντιμετωπίζονται σαν να μην υπάρχουν ή σαν να μην έχουν ανάγκη να επιβιώσουν.





































































































